Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

Η παγκόσμια οικονομία αιμορραγεί 16 τρισ. δολάρια

Τη μεγαλύτερη κρίση μετά το κραχ του 1929 εκτιμάται από πολλούς ότι βιώνουμε σήμερα στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον. Ηδη μέσα στο 2008 έχουν «χαθεί» στα διεθνή χρηματιστήρια πάνω από 16 τρισ. δολάρια, όσο περίπου το ΑΕΠ των ΗΠΑ, (14,4 τρισ.) ενώ οι διαγραφές και οι ζημιές στους ισολογισμούς των χρηματοοικονομικών ομίλων ξεπερνούν τα 520 δισ. δολάρια.

Μάλιστα ο οικονομολόγος του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, Νούριελ Ρουμπίνι, προέβλεψε ότι οι ζημιές από την κρίση στην αγορά ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων μπορεί να φτάσουν τα 2 τρισ. δολάρια, ενώ στα επίπεδα του 1 τρισ. δολαρίων τοποθετούνται οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Από το περσινό καλοκαίρι οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη έχουν προέβη σε ουκ ολίγες παρεμβάσεις, προκειμένου να αυξήσουν τη ρευστότητα στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, κινήσεις όμως οι οποίες, δυστυχώς, είχαν βραχύβιες θετικές επιπτώσεις στις αγορές.
ηΠαρεμβάσεις Συνολικά τα σχέδια... «διάσωσης» και πιστωτικής διευκόλυνσης από την αμερικανική κυβέρνηση και τη FED ανεβάζουν το συνολικό κόστος περίπου στο 1 τρισ. δολάρια, ενώ σε «ενέσεις» εκατοντάδων δισ. ευρώ προέβησαν τόσο η ΕΚΤ όσο και άλλες κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο. Μόλις την περασμένη εβδομάδα οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες προχώρησαν σε συντονισμένη παρέμβαση με την παροχή έκτακτης χρηματοδότησης ύψους 180 δισ. δολαρίων.
Σε εγχώριο επίπεδο, η κρίση σε πρώτη φάση έχει χτυπήσει το Χρηματιστήριο Αθηνών, το οποίο από το ξεκίνημα της κρίσης έχει «χάσει» περίπου 90 δισ. ευρώ, ενώ η πλειονότητα των μετοχών έχει επιστρέψει σε επίπεδα καλοκαιριού του 2005. Αναφορικά με την έκθεση των ελληνικών τραπεζών αλλά και των θεσμικών επενδυτών (αμοιβαίων κεφαλαίων, επενδυτικών) σε «προβληματικά» και πιο συγκεκριμένα της Lehman Brothers, οι δηλώσεις των διοικήσεων είναι καθησυχαστικές, ωστόσο η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητούν πιο αναλυτικά στοιχεία, όχι μόνο για τη Lehman αλλά και για την AIG, η οποία βρέθηκε μία ανάσα από την κατάρρευση.
Οπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, οι ισχυρές κυβερνήσεις δεν πρόκειται να αφήσουν να πτωχεύσει κάποιος μεγάλος ασφαλιστικός όμιλος, αφού ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια σε συστημική κρίση, αφού θα απειλούνταν συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά ταμεία. Γι αυτό τον λόγο και οι Αμερικανοί έδειξαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη «διάσωση» της AIG, αφήνοντας στο... έλεος του Θεού τη Lehman Βrothers.

Κρατική λύση
Ο υπουργός Οικονομίας, Χένρι Πόλσον, σε συνεργασία με τον πρόεδρο της Fed, Μπεν Μπερνάνκε, αποφάσισε να δώσει 2ετές δάνειο στην AIG ύψους 85 δισ. δολ. με αντάλλαγμα το 80% των μετοχών του ασφαλιστικού κολοσσού. Σύμφωνα με την RBC Capital Markets, η κρατική παρέμβαση απέτρεψε -για την ώρα- μία πτώχευση που θα μπορούσε να κοστίσει 180 δισ. δολάρια στην ασφαλιστική βιομηχανία και να προκαλέσει συστημική κρίση.
Η Institutional Risk Analytics προβλέπει ότι περίπου 110 τράπεζες με ενεργητικό αξίας 850 δισ. δολαρίων θα καταρρεύσουν έως τον επόμενο Ιούλιο, ενώ ο γενικός διευθυντής της εταιρείας Κρις Γουέιλεν επισημαίνει ότι «ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα αναγκαστεί να δημιουργήσει ένα όχημα για την εξαγορά τραπεζών, οι οποίες δεν θα είναι δυνατόν να πωληθούν μετά τη χρεοκοπία τους».Τώρα όλοι στοιχηματίζουν στο επόμενο μεγάλο κανόνι η οι κινδυνοι για νέα «λουκέτα» στον χρηματοοικονομικό κλάδο ύστερα από αυτό της Lehman Brothers δεν έχουν εκλείψει. Οι απαισιόδοξοι δεν αποκλείουν την πτώχευση κολοσσών. Η αμερικανική Citigroup και η ελβετική UBS βρίσκονται στην πρώτη τριάδα -μαζί με τη Merrill Lynch- της λίστας των χρηματοοικονομικών ομίλων με τις μεγαλύτερες διαγραφές ή ζημιές από την κρίση των subprimes.
Η αναλυτές έχουν εκφράσει φόβους για πιθανά λουκέτα ακόμη και σε αυτά τα... «μεγαθήρια», ωστόσο η πλειονότητα του κόσμου θεωρεί αδύνατον να αφήσει η αμερικανική κυβέρνηση να καταρρεύσει ο βασικός πυλώνας της οικονομίας της.
Αναφορικά με την UBS, ο υπουργός Οικονομικών της Ελβετίας, Ντόρις Λόχαρντ, απέκλεισε το ενδεχόμενο χρεοκοπίας της τράπεζας, επισημαίνοντας ότι η τράπεζα έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να ενισχύσει τα κεφάλαιά της και δεν θα αποτύχει.
Αυτό που όλοι θεωρούν σίγορο είναι ότι αρκετές τράπεζες θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε συγχωνεύσεις και σε αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων τους, προκειμένου να μείνουν «ζωντανές».
Η ραγδαία υποχώρηση της μετοχής της Morgan Stanley είναι ενδεικτική των ανησυχιών του επενδυτικού κοινού για το μέλλον όλων σχεδόν των επενδυτικών οργανισμών. Πιο κοντά στη συγχώνευση βρίσκεται η Wachovia, ενώ πληροφορίες θέλουν να μπαίνει γερά στη διεκδίκηση του 49% της εταιρείας και η κινεζική China Investment Corp (CΙC).

Το ντόμινο της κρίσης
Η φούσκα των ακινήτων σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ (την περίοδο 2000-2006 οι τιμές αυξήθηκαν πάνω από 100%) διευκόλυνε την υπερ-κατανάλωση (μέσω δανεισμού βασισμένου στην υπεραξία των ακινήτων) και αποτέλεσε τη βασική... «πηγή» της κρίσης.
Η εκτόξευση των τιμών των κατοικιών στις ΗΠΑ οδήγησε σε μία ραγδαία εξάπλωση στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου (subprime), από 9% των συνολικών στεγαστικών το 2003 σε 24% το 2007, σε κατηγορίες νοικοκυριών που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να έχουν δανειοδοτηθεί.
Η subprime market με μόνη εγγύηση την αναμενόμενη αύξηση στην τιμή της κατοικίας αποτελούσε το υπόβαθρο δημιουργίας, δομημένων προϊόντων που αγοράστηκαν από hedge funds, ασφαλιστικές εταιρείες, επενδυτικές τράπεζες εντός και εκτός των ΗΠΑ.
Η αγορά των subprime στηρίχτηκε στο φθηνό χρήμα. Με την έναρξη του ανοδικού επιτοκιακού κύκλου, όλο και περισσότεροι δανειολήπτες δεν ήταν πλέον σε θέση να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Πάνω από 2 εκατ. Αμερικάνοι εκτιμάται ότι θα χάσουν τα σπίτια τους ενώ τα σύνθετα και δομημένα προϊόντα μετατρέπονται σε ωρολογιακές βόμβες στα χαρτοφυλάκια όσων είχαν επενδύσει σε αυτά.
Το καλοκαίρι του 2007, ξεσπάει ουσιαστικά η κρίση. Στις 17 Ιουλίου του 2007 ανακοινώνεται ότι δύο funds της αμερικανικής Bear Sterns (High Grade Structured Credit Strategies) υπέστησαν ζημιές συνολικού ύψους 1,5 δισ. δολαρίων, προκαλώντας τριγμούς σε όλα τα χρηματιστήρια του κόσμου. Οι κεντρικές τράπεζες με συνεχείς «ενέσεις» ρευστότητας προσπαθούν να «σώσουν» το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα.
Ηδη έντεκα αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες, με μεγαλύτερη τη Lehman Brothers, έχουν ήδη πτωχεύσει, πέντε ακόμη χρηματοοικονομικοί όμιλοι (Bear Stearns, Countrywide Financial, Merrill Lynch, AIG και HBOS) «σώζονται» μέσω deals συνολικής αξίας 157 δισ. δολαρίων. Παράλληλα, από τον Αύγουστο του 2008 μέχρι σήμερα έχουν χαθεί περίπου 90.000 θέσεις εργασίας στον χρηματοοικονομικό κλάδο.
«Οταν φτερνίζονται οι ΗΠΑ, συναχώνεται ο υπόλοιπος κόσμος». 
Ο ΟΟΣΑ αναθεωρεί τις προβλέψεις του για τον ρυθμό ανάπτυξης της Ευρωζώνης σε 1,3% από 1,7%. Ειδικότερα, η Ιταλία αναμένεται να εμφανίσει ανάπτυξη της τάξης του... 0,1%, η Γαλλία μόλις 1%, η Μεγάλη Βρετανία 1,2% και η Γερμανία 1,5%. Χαμηλότερα μπαίνει ο πήχης για τις πλέον αναπτυγμένες χώρες όπως είναι η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία και η Βραζιλία.

Το κόστος για την Ελλάδα
Η έλλειψη ρευστότητας οδηγεί σε άνοδο των επιτοκίων δανεισμού των τραπεζών οι οποίες ματακυλίουν το κόστος στους δανειολήπτες (1 δισ. ευρώ είναι η επιβάρυνση σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών παραγόντων). 
Το επιπλέον κόστος δανεισμού για το Δημόσιο ανέρχεται σε τουλάχιστον 500 εκ. ευρώ, ενώ στο β τρίμηνο του έτους ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν 3,5% έναντι 4% το ίδιο διάστημα πέρυσι.
Οι εξαγωγές παρουσιάζουν αισθητά σημάδια κάμψης. Προοιωνίζεται διόγκωση του ελλείμματος στο εξωτερικό ισοζύγιο που, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, θα διαμορφωθεί φέτος στο 15,3% του ΑΕΠ από 14,1% το 2007.
Η επιβράδυνση της κατανάλωσης μειώνει τα φορολογικά έσοδα σε μία περίοδο όπου η υστέρησή τους έναντι του κυβερνητικού στόχου αγγίζει τα 800 εκ. ευρώ. Εντείνονται οι πιέσεις για νέες περικοπές σε κοινωνικές δαπάνες.
Μ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
mapostolou@pegasus.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: