Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

Βορά στα... κολέγια

Ο αποκλεισμός των περίπου 60.000 μαθητών από την τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί την πιο ζοφερή όψη του συστήματος των Πανελλαδικών Εξετάσεων σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που εδώ και χρόνια αδυνατεί να υλοποιήσει πολιτικές με αξιοπιστία, κοινωνική δικαιοσύνη και μακρόπνοο στρατηγικό σχεδιασμό. Ταυτόχρονα, προκαλεί τη δημιουργία ενός εξαιρετικά επικερδούς πεδίου επιχειρηματικής δραστηριότητας, αφού οι εκτός των τειχών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι αναγκασμένοι να προσφύγουν σε μία από τις αβέβαιες και δαπανηρές λύσεις που προσφέρονται στην ιδιωτική κυρίως αγορά, σε μια κοινωνική συγκυρία που η εκπαίδευση αναδεικνύεται σε πρωταρχικό μοχλό επαγγελματικής αλλά και κοινωνικής ανάπτυξης του ατόμου.

Ειδικότερα, εκείνοι που δεν θα διαβούν τις πύλες των ελληνικών ΑΕΙ και ΑΤΕΙ, σε σύνολο περίπου 145.000 αποφοίτων του Λυκείου όλων των κατηγοριών, αποτελούν μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πληθυσμιακή ομάδα για την ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία στον χώρο της εκπαίδευσης, αφού ουδέποτε υπήρξε μια συστηματική δημόσια πολιτική μέριμνα για την εκπαιδευτική και επαγγελματική προοπτική των μαθητών που δεν καταφέρνουν να εισέλθουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η γεωγραφία της μεταλυκειακής εκπαίδευσης εδώ και τρεις δεκαετίες αποδεικνύει την ανυπαρξία ενός σαφούς και θεσμικά οργανωμένου εκπαιδευτικού χώρου, ο οποίος να διασφαλίζει μια αξιόπιστη προοπτική. Αντίθετα, οι ευκαιρίες και οι δυνατότητες που προσφέρονται στους αποκλεισμένους από την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι συνάρτηση του εισοδηματικού, οικονομικού και κοινωνικού status του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, με συνέπεια η επιλογή της μεταλυκειακής προοπτικής να αποτελεί μια βαθιά ταξικά και κοινωνικά προσδιορισμένη διαδικασία. Το πώς ο κάθε μαθητής θα προχωρήσει μετά το Λύκειο καθορίζεται άμεσα από το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο της οικογένειάς του, από το ποιες επιλογές αυτή μπορεί να στηρίξει οικονομικά καθώς και από το «πολιτιστικό κεφάλαιο» που αυτή διαθέτει προκειμένου να τον κατευθύνει «έξυπνα και ανταποδοτικά».

Το πανάκριβο κόστος της «δωρεάν παιδείας»
Η κατάσταση αυτή βέβαια πλήττει ευθέως την εργαζόμενη και μισθοσυντήρητη οικογένεια, καθώς τα χαμηλά και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα έχουν να αντιμετωπίσουν τόσο το αδιέξοδο της επιτυχίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όσο και το κόστος μιας επιλογής από το μενού της ιδιωτικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης. Για το 2007-08 εκτιμάται ότι οι εργαζόμενοι με υπαλληλική σχέση δαπάνησαν μέχρι και 8,6% του μηνιαίου εισοδήματός τους για δαπάνες αγαθών και υπηρεσιών εκπαίδευσης, ενώ η πανελλήνια μέση τιμή ανά τύπο επαγγέλματος κυμαίνεται στο 6,43% του μηναίου εισοδήματος.

Σε μια εποχή που κυριαρχεί η ψυχαναγκαστική σχεδόν πίεση για πανεπιστημιακές σπουδές, η ελληνική οικογένεια, εκτός του ότι καλείται να διαχειριστεί τις ψυχολογικές συνέπειες της σχολικής αποτυχίας, υπό το καθεστώς ομηρίας εξαναγκάζεται να πληρώσει για ακόμα μία φορά το κόστος της «δωρεάν παιδείας» σε μεταλυκειακό επίπεδο, αφού οι οικογενειακές δαπάνες για αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών (φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης και ξένων γλωσσών, ιδιαίτερα μαθήματα, ωδεία, εκμάθηση υπολογιστών κ.λπ.) αποτελούν ήδη ένα δυσβάσταχτο οικονομικό φορτίο καθόλη τη διάρκεια της σχολικής διαδρομής ενός μαθητή.

Ειδικότερα, η εκτίμηση της ετήσιας συνολικής δαπάνης για αγορά αγαθών και υπηρεσιών εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες για το 2007-2008 υπολογίζεται να αγγίξει τα 4,8 δισ. ευρώ με τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση να φτάνει τα 142,8 εκατ. ευρώ. Τις πρώτες θέσεις κατέχουν οι δαπάνες τόσο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (1.480,5 εκ. ευρώ) όσο και στην τριτοβάθμια (1.586,0 εκ. ευρώ), αφού η κορύφωση των δαπανών λαμβάνει χώρα στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου (προετοιμασία για τις Πανελλαδικές) και απογειώνεται με την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο και τις μεταπτυχιακές σπουδές (φοιτητική στέγη, μετακινήσεις, δίδακτρα κ.λπ.).

Αναμφίβολα, το πανάκριβο κόστος της «δωρεάν παιδείας» διαχέεται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και εκτιμάται ότι θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο στο μέλλον, αφού η προσφυγή στην ιδιωτική αγορά για δαπάνες εξωσχολικών υπηρεσιών και αγαθών εκπαίδευσης αποτελεί ήδη μια παγιωμένη αντίληψη και πρακτική που καλλιεργείται από τις πρώτες κιόλας τάξεις του Δημοτικού και συνεχίζεται μέχρι και τις μεταπτυχιακές σπουδές. 

Μετά το Λύκειο τι;
Διερευνώντας τις επιλογές μετά το Λύκειο, διαπιστώνουμε ότι μετά την εφαρμογή της εισαγωγής της βάσης του 10 και το παράδοξο των περίπου 18.500 κενών θέσεων στα ΑΤΕΙ της περιφέρειας της φετινής χρονιάς, η συσσώρευση του δυνάμει σπουδαστικού κοινού πυκνώνει. Με δεδομένο ότι, παρά τις κενές θέσεις, 29.183 έμειναν έξω από τα δημόσια ΑΕΙ-ΤΕΙ και περίπου άλλοι τόσοι για διάφορους λόγους δεν κατάφεραν να διαγωνιστούν, ο αριθμός των αποκλεισμένων από την τριτοβάθμια εκπαίδευση συγκροτεί ένα νέο αγοραστικό κοινό που το «διεκδικούν» πολλοί και μόλις το θεσμικό τοπίο ξεκαθαρίσει, θα το διεκδικούν ακόμα περισσότεροι. 

Αν εξαιρέσει κανείς μια μειονοτική ελίτ, η οποία επιλέγει τον δρόμο του International Baccalaureate (Διεθνές Απολυτήριο) -στους 14 συνολικά ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς οργανισμούς της χώρας οι οποίοι προσφέρουν το συγκεκριμένο πρόγραμμα- ακολουθώντας απ'ευθείας σπουδές στο εξωτερικό, καθώς και εκείνους που επιλέγουν την εκπαιδευτική μετανάστευση εκτός Ελλάδος, ο αριθμός των μαθητών που είτε δεν τα κατάφεραν είτε δεν επέλεξαν τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα στρεφόμενοι στην ιδιωτική και ακριβοπληρωμένη εγχώρια μεταλυκειακή εκπαίδευση εκτιμάται ότι σταδιακά θα αυξηθεί. 

Παρ' όλο που εντοπίζεται μια σημαντική στατιστική δυσκολία στην καταγραφή και την ακριβή αποτύπωση του σπουδαστικού πληθυσμού σε μεταλυκειακό επίπεδο, κι αυτό λόγω του ότι ο χώρος εξακολουθεί να είναι αχανής, χωρίς μητρώα μαθητών και χωρίς στοιχεία επισήμως ελεγμένα, από δειγματοληπτική προ-έρευνα αξίζει να σημειωθεί ότι καταγράφεται μια αισθητή αύξηση γύρω στο 40% στα ιδιωτικά ΙΕΚ κατά το 2ο εξάμηνο του 2007 και το 1ο εξάμηνο του 2008. Αντίθετα, στα κολέγια, μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο, δεν έχουν καταγραφεί οι αναμενόμενες αυξήσεις και παρατηρείται αύξηση από 5-10%. Ταυτόχρονα, στα περίπου 2.000 ΕΕΣ, το τοπίο είναι εξίσου ασαφές, αφού μαζί με μεταλυκειακούς σπουδαστές, φοιτά σημαντικός αριθμός ενηλίκων εργαζομένων κυρίως σε προγράμματα πιστοποίησης πληροφορικής. Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι εντοπίζεται μεγάλος αριθμός σπουδαστών σε παραπάνω από μία κατηγορίες (π.χ. εγγεγραμμένος σε ΑΕΙ-ΤΕΙ και ταυτόχρονα και σε Κολέγιο ή ΕΕΣ ή εγγεγραμμένος σε ΑΕΙ-ΤΕΙ και σε φροντιστήριο για επανάληψη εξετάσεων). Συγκεντρωτικά, ο μισός πληθυσμός των μαθητών μετά το Λύκειο και εκτός του Πανεπιστημίου κατευθύνεται κυρίως σε ΙΕΚ (46,67%) και οι υπόλοιποι διαμοιράζονται σε αυτούς που θα ξαναδώσουν πανελλαδικές (14,59%), σε εκείνους που θα πάνε στα κολέγια (10%), σε αυτούς που θα πάνε στο εξωτερικό (3,4%), καθώς και σε εκείνους που θα αναζητήσουν δουλειά (15,71%) μόνο με το απολυτήριο του Λυκείου ή των ΤΕΕ. Ενα περίπου 10% εκτιμάται ότι δεν ξέρει τι θα κάνει γιατί δεν ξέρει ποιο δρόμο να ακολουθήσει.

Ο Ν. 3696/2008 και το «νέο αγοραστικό κοινό» 
Σύμφωνα με τις πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες, με το νέο Ν. 3696/2008 επιχειρείται η θεσμική οριοθέτηση του χώρου της μεταλυκειακής άτυπης εκπαίδευσης, ο οποίος λειτουργούσε έτσι κι αλλιώς πάνω από τριάντα χρόνια σε καθεστώς πλήρους αναρχίας, ασάφειας και παντελούς απουσίας ελέγχου. Οπως αναμενόταν, η ψήφιση του νόμου αυτού έχει δημιουργήσει υψηλές επενδυτικές προσδοκίες και έντονο αίσθημα ευφορίας στους επιχειρηματίες της ιδιωτικής εκπαίδευσης (ιδιαίτερα των κολεγίων), αφού με βάση και την Ευρωπαϊκή Οδηγία 36/05, η Ελλάδα θα είναι υποχρεωμένη να αναγνωρίσει επαγγελματικά δικαιώματα στους έχοντες βεβαιώσεις σπουδών από τα κολέγια που είναι συμβεβλημένα με τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Ταυτόχρονα όμως δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς ότι το ζήτημα της αναγνώρισης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και της θεσμικής αναγνώρισης των κολεγίων έχει σαφή οικονομική βάση, αφού το «αγοραστικό κοινό» αυξάνεται ραγδαία (25.000 απόφοιτοι από το 1989 μέχρι σήμερα - 20.000 οι ήδη φοιτούντες, ενώ οι εγγραφές συνεχίζονται με αυξήσεις που αγγίζουν το 10%), όπως και ο τζίρος ο οποίος ξεπερνά τα 110 εκ. ευρώ ετησίως, με μέση τιμή διδάκτρων περίπου τα 8.000-9.000 ευρώ.

Με δεδομένη την κοινωνική εμπειρία της ιδιωτικής μέσης εκπαίδευσης και τις συχνές καταγγελίες της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Λειτουργών Ελλάδας (πλαστά απολυτήρια, πτυχία-μαϊμού, εικονική φοίτηση σπουδαστών, λαθραίοι διορισμοί στο ΑΣΕΠ), είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα εμφανιστούν φαινόμενα παρόμοια, ιδιαίτερα δε σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού, όπου οι ιδιωτικές σπουδές θα κατοχυρώνουν επαγγελματικά δικαιώματα αναγνωρισμένα από το κράτος. Το ποιος θα μπορέσει να εγγυηθεί τη νομιμότητα, την ποιότητα και την αποφυγή της αισχροκέρδειας είναι άγνωστο, αφού η ελληνική εμπειρία καταδεικνύει τόσο τη διαχρονική ανυπαρξία θεσμών λογοδοσίας όσο και την αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών σε επίπεδο δημόσιας διοίκησης.

Χωρίς σχέδιο εκπαιδευτικής πολιτικής
Το ερώτημα όμως είναι γιατί ουδέποτε υπήρξε μια αξιόπιστη δημόσια παρέμβαση στο ζήτημα της μεταλυκειακής εκπαίδευσης; Γιατί, πλην των δημόσιων ΙΕΚ που τόσο έχουν ταλαιπωρηθεί στο παρελθόν και πανθομολογουμένως αδυνατούν να καλύψουν τις σύγχρονες ανάγκες, οι ηγεσίες του ΥΠΕΠΘ δεν ανέλαβαν την ευθύνη να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τόσο τον κοινωνικό αποκλεισμό χιλιάδων μαθητών από την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όσο και τον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Λυκείου και Πανεπιστημίου; Η τωρινή κυβερνητική πολιτική στον χώρο της εκπαίδευσης, μέσα από το πρόσχημα των κοινοτικών περιορισμών, αντί να διερευνά τη δυνατότητα μιας δημόσιας και κοινωνικής παρέμβασης για αυτούς που υφίστανται τον αποκλεισμό από την ήδη πληγωμένη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενισχύει τη στρατηγική επιλογή να οργανωθεί ο χώρος της μεταλυκειακής εκπαίδευσης στη βάση της ακραίας επιχειρηματικής λογικής και των ιδιωτικών συμφερόντων. Με άλλα λόγια, αντί να μελετηθεί και να σχεδιαστεί ένα μακρόπνοο σχέδιο αντιμετώπισης των παρενεργειών του συστήματος των Πανελλαδικών Εξετάσεων, επιχειρείται στην ουσία η θεσμοθέτηση της άτυπης ιδιωτικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης με κύρια χαρακτηριστικά την αβεβαιότητα και την οικονομική αφαίμαξη της ελληνικής οικογένειας.

*Ο Νίκος Φωτόπουλος είναι δρ Κοινωνιολογίας και ερευνητής σε θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής

του ΝΙΚΟΥ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 21-9-08

Δεν υπάρχουν σχόλια: